Την επιστροφή στη δημοσιονομική πειθαρχία και τις δεσμεύσεις για υψηλά πλεονάσματα επιβεβαιώνει απαντώντας σε ερώτηση της «Εφ.Συν.» ο Κλάους Ρέγκλινγκ, επικαλούμενος μάλιστα την εκτίμηση ότι το ίδιο επιθυμεί και η κυβέρνηση
● Στην Αθήνα τον Ιούλιο ο επικεφαλής του ESM
● Τι αναφέρει για την Ελλάδα στην έκθεσή του
Και στο βάθος… δημοσιονομική πειθαρχία! Παρά τα θετικά νέα που ήρθαν χθες από την Αθήνα, αλλά και το Λουξεμβούργο, όπου το Eurogroup έδωσε το πράσινο φως για την εκταμίευση των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα, ο Γερμανός επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας φρόντισε να καταστήσει σαφές ότι από το 2023 η Ελλάδα θα πρέπει να επιστρέψει στην τήρηση των δημοσιονομικών της στόχων και των δεσμεύσεών της.
Απαντώντας σε ερώτηση της «Εφ.Συν.» κατά την παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης του ΕΜΣ, ο Κλάους Ρέγκλινγκ δήλωσε ότι «τα μέτρα που έχουν ληφθεί από τον Μάρτιο του 2020 λόγω της πανδημίας είναι προσωρινά» και θα πρέπει να αρθούν όταν θα λήξει η ευελιξία του Συμφώνου Σταθερότητας τον επόμενο χρόνο.
«Μέχρι στιγμής, δεν έχουμε συζητήσει αυτό το θέμα, αλλά αυτά που ακούω από την ελληνική κυβέρνηση είναι ότι επιθυμεί ισορροπημένους προϋπολογισμούς από το 2023 σε σχέση με τα πρωτογενή πλεονάσματα, είναι δηλαδή προς τη θετική κατεύθυνση», είπε ο Κλ. Ρέγκλινγκ, ο οποίος μάλιστα αποκάλυψε ότι τον επόμενο μήνα θα επιστρέψει στην Αθήνα για να συνεχίσει τον διάλογο με την ελληνική κυβέρνηση.
Και αυτή η εκτίμησή του διασταυρώνεται πλήρως με τις πληροφορίες για τα περιοριστικά μέτρα ύψους 16 δισ. για τη διετία 2022-2023 που προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα που αποστέλλει η κυβέρνηση στις Βρυξέλλες την ερχόμενη εβδομάδα.
Ο κ. Ρέγκλινγκ επισήμανε πάντως ότι αν και υπάρχει πρόοδος στην ελληνική οικονομία, υπάρχουν προβλήματα, όπως το θέμα των «“κόκκινων” δανείων, που παραμένει το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη», συμπληρώνοντας ότι «το θέμα είναι αν οι ελληνικές τράπεζες είναι αρκετά δυνατές για να στηρίξουν την ανάκαμψη».
Τα καμπανάκια για την επιστροφή στις δεσμεύσεις της ενισχυμένης εποπτείας το 2023 είχαν καταγραφεί νωρίτερα και στην ετήσια έκθεση του ΕΜΣ που ενέκρινε χθες το Συμβούλιο των Διοικητών, στο περιθώριο του Eurogroup.
Στην έκθεση τονίζεται η ανάγκη για την πλήρη απορρόφηση και αποτελεσματική χρήση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, αλλά και τη συνέχιση της εφαρμογής της ατζέντας των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με σταδιακή και προσεκτική επιστροφή στη δημοσιονομική πορεία της Ε.Ε.
Η έκθεση αναγνωρίζει τις επιπτώσεις της πανδημίας και συστήνει πάντως την ταυτόχρονη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Σε σχέση με το χρέος και την εξυπηρέτησή του, η έκθεση αναφέρει ότι «μετά από κάποια αστάθεια στην αρχή της πανδημίας, το κόστος χρηματοδότησης μειώθηκε το 2020 λόγω της συμπερίληψης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης για την πανδημία της ΕΚΤ και την επιλεξιμότητά τους ως εγγύηση του Ευρωσυστήματος, καθώς και τη συμφωνία για την ανάκαμψη της Ε.Ε.» και υπενθυμίζει το πρόγραμμα εκδόσεων ομολόγων του ΟΔΔΗΧ.
«Το 2020 συγκέντρωσε 12 δισεκατομμύρια ευρώ μέσω πέντε εκδόσεων, αναπτύσσοντας περαιτέρω την καμπύλη απόδοσης στο φάσμα 7, 10 και 15 ετών. Πιο πρόσφατα τον Μάρτιο του 2021, ο ΟΔΔΗΧ εξέδωσε με επιτυχία ένα ομόλογο 30 ετών.
Για να μειώσει το χρέος και να δημιουργήσει χώρο για χρηματοδότηση δραστηριοτήτων διατηρώντας παράλληλα το υψηλό απόθεμα μετρητών, ο ΟΔΔΗΧ πραγματοποίησε πράξεις διαχείρισης ευθύνης, συμπεριλαμβανομένης μερικής προπληρωμής δανείων ΔΝΤ στις αρχές του 2021».
Για τις τράπεζες, αναφέρεται ότι συνέχισαν να πληρούν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις το 2020, αλλά η κερδοφορία παρέμεινε χαμηλή.
Οι συνθήκες ρευστότητας και χρηματοδότησης βελτιώθηκαν, ιδίως μετά τα μέτρα χαλάρωσης της ΕΚΤ και ο δανεισμός στην οικονομία συνεχίστηκε, αλλά και από την κρατική υποστήριξη.
Το σύστημα προστασίας περιουσιακών στοιχείων «Ηρακλής» επιτάχυνε τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) το 2020 και παρατάθηκε πρόσφατα μέχρι το 2022, αλλά τα ποσοστά των NPLs παραμένουν πολύ υψηλά.
Το σύστημα «Ηρακλής» επωφελήθηκε από κρατικές εγγυήσεις ύψους 12 δισ. ευρώ.